Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η επαφή με το συναίσθημα στην ψυχοθεραπεία

-Θυμάμαι πως με τους γονείς μου δεν είχαμε ιδιαίτερη επαφή. Ο καθένας ήταν αποκομμένος στο χώρο του.
-Πώς αισθάνεσαι για αυτό;
-Ήταν πολύ απασχολημένοι με διάφορες υποχρεώσεις. Ο πατέρας μου δούλευε πολλές ώρες, η μητέρα μου είχε να αναθρέψει εμένα και την αδελφή μου. Τους καταλαβαίνω.
Το παραπάνω ερώτημα («πώς αισθάνεσαι») μοιάζει τόσο απλό και όμως η απάντηση του μας φέρνει αντιμέτωπους με πολλά ελλείμματα και οδυνηρές πραγματικότητες. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι θεραπευόμενοι δυσκολεύονται να περιγράψουν το συναίσθημά τους. Αποφεύγουν ασυνείδητα την άμεση επαφή με την εσωτερική τους εμπειρία, περνώντας αυτομάτως στο κομμάτι της λογικής επεξεργασίας.
Στην παραπάνω απάντηση, ο θεραπευόμενος επεξηγεί τους λόγους της απόστασης με τους δικούς του, τους δικαιολογεί, αλλά δεν περιγράφει πώς αισθάνεται. Αυτή η απάντηση συγκαλύπτει, συγκρατεί. Κρύβει οδύνη για το χρόνο που διήνυσε μόνος του. Θυμό για το χώρο που δεν του έδωσαν ώστε να μοιραστεί μαζί τους τις επιθυμίες του, τα επιτεύγματά του, τις ανησυχίες του. Στεναχώρια για τον εαυτό του, αυτό το φοβισμένο παιδί που δεν είχε από πού να κρατηθεί. Θυμό προς τον εαυτό του που δεν ήταν άξιος να τους κρατήσει κοντά του. Ζήλια για όσους πήραν τους γονείς του μακριά του.
Τόσα και πολλά ακόμα συναισθήματα χωρούν σε αυτή τη συνθήκη. Πού καταχωνιάζεται άραγε αυτός ο πόνος; Τι θα σήμαινε να εκφραστούν τα αρνητικά συναισθήματα ως προς τους γονείς; Απαγορεύεται να υπάρχει αμφιθυμία; Δηλαδή να κατανοεί την τότε κατάστασής τους (πολλές υποχρεώσεις) ταυτόχρονα με την έκφραση συναισθημάτων μίσους για αυτούς; Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήματα που θέλουμε να απαντηθούν στην ψυχοθεραπεία.
Η πραγματικότητα είναι πως ακόμα και αν κάποιος δε διαθέτει την ικανότητα να εκφράσει με λέξεις τα συναισθήματά του, εκείνα θα βρουν διέξοδο με μη λεκτικά μηνύματα. Για κάποιον μπορεί να είναι πιο εύκολο να περάσει στην πράξη, βιαιοπραγώντας προκειμένου να εκφράσει το θυμό του (εκδραμάτιση). Ή να δυσφορεί σωματικά, μετατρέποντας το σώμα του σε φορέα των συναισθημάτων που δεν μπορεί να αναγνωρίσει. Ή να χρησιμοποιεί την έντονη, με επαναληψιμότητα, σκέψη (ιδεοληψίες) ή πράξη (καταναγκασμοί) για να νιώσει πως αποκτά έλεγχο των δυσφορικών συναισθημάτων του.
Στην ψυχοθεραπεία, ο θεραπευόμενος ενδέχεται να μην αντέχει να φέρει στο προσκήνιο δύσκολα συναισθήματα, εξαιτίας άγχους ή ντροπής. Πέραν από τη χρήση αμυντικών μηχανισμών, ενδέχεται να μην του είχε δοθεί ποτέ πρωτύτερα η δυνατότητα να περιγράψει αυτό που αισθάνεται.
Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ψυχοθεραπείας ανακαλύπτουμε στην ιστορία των θεραπευόμενών μας γονείς που αντιλαμβάνονταν την έκφραση συναισθήματος ως αδυναμία («Μην κλαις, ολόκληρος άντρας»). Γονείς που τιμωρούσαν («Αν συνεχίσεις να θυμώνεις, θα σε κλείσω στο δωμάτιό σου»), που ειρωνεύονταν ή/και υποτιμούσαν («Εγώ τι θα έπρεπε να κάνω, αν εσύ στεναχωριέσαι με κάτι τέτοιο»), που διαστρέβλωναν («Κάνεις πως κλαις για να τραβήξεις την προσοχή»), που αδιαφορούσαν ή που αγχώνονταν, μην ξέροντας τι να κάνουν το συναίσθημα του παιδιού τους.
Στην ψυχοθεραπεία δίνεται ο χώρος σε αυτό το «παιδί» να εκφράσει με ασφάλεια τα συναισθήματά του, χωρίς να υποστεί κριτική και υποτίμηση, αλλά αντιθέτως με ενδιαφέρον και ενθάρρυνση από τη θεραπεύτριά του. Ο θεραπευόμενος του παραπάνω διαλόγου έχει την ευκαιρία -επιτέλους- να απαντήσει στο ερώτημα που δεν του τέθηκε ποτέ: πώς αισθάνεσαι;
Δίνοντας σιγά σιγά σχήμα σε έναν άγνωστο, απειλητικό, χαοτικό εσωτερικό κόσμο. Όσο περισσότερο γίνεται ικανός να διακρίνει και να προσδιορίσει το συναίσθημά του, τόσο πιο έντονη είναι η αίσθηση συγκρότησης του εαυτού του. Η αίσθηση ότι μπορεί να κυριαρχήσει στις καταστάσεις, ακόμα και αν του προκαλούν δυσφορία. Εν τέλει, ενισχύεται η αυτοεκτίμησή του και το αίσθημα ευχαρίστησης από την ικανότητά του να αναπαριστά τον εαυτό του με ακρίβεια.
Ο θεραπευόμενος θα μπορέσει να πενθήσει για βιώματα του παρελθόντος που δεν τολμούσε να αγγίξει, αλλά που υπήρξαν σιωπηλοί φορείς ενός δυσεπίλυτου πόνου. Του δίνεται η ευκαιρία να έρθει αντιμέτωπος με τις δυσκολίες που είχε βιώσει στο παρελθόν, μιας που ξεδιπλώνονται τα μοντέλα σχέσης με τους σημαντικούς άλλους-γονείς τόσο στη θεραπευτική σχέση, όσο και σε κάθε άλλη σχέση του στο εδώ και τώρα. Δεν θα αποφύγει την πραγματικότητα που τον βαραίνει, όπως έμαθε να κάνει με τους γονείς του. Δεν θα θεωρεί τον εαυτό του ελλειμματικό, ανακαλύπτοντας- αρχικά με τη θεραπεύτριά του -πως υπάρχουν άτομα που μπορούν να τον “κρατήσουν”, αγκαλιάζοντας τα αρνητικά του συναισθήματα.
Ωστόσο, αυτό που αλλάζει με την ψυχοθεραπεία δεν είναι το παρελθόν. Αλλάζει η θέση μας ως προς αυτό. Αποκτούμε την ικανότητα να το αναγνωρίσουμε, να πενθήσουμε και να προχωρήσουμε. Όσο και αν μένουμε αγκιστρωμένοι σε μια πεποίθηση ότι αδικηθήκαμε ή ό, τι μας χρωστάει η μοίρα, κανείς άλλος δεν θα επανορθώσει για εμάς. Εμείς έχουμε ευθύνη να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση στο εδώ και τώρα. Αφήνοντας στην άκρη τη φαντασίωση πως ένας παντοδύναμος θεραπευτής (σαν άλλος παντοδύναμος γονέας) θα αλλάξει την κατάσταση.
Όσο και αν θα επιθυμούσαμε να αλλάξει ο γονιός που έχουμε δίπλα μας, αυτό με το οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι στη θεραπεία είναι ο εσωτερικευμένος γονιός του παρελθόντος. Αυτό το πρότυπο σχέσεων χρειάζεται επεξεργασία. Η επεξεργασία δεν αφορά μόνο τη θεωρητική απόδοση νοήματος στα προβλήματα που μας απασχολούν, αλλά και την ανάδειξη της συναισθηματικής εμπειρίας.
Η συχνή ερώτηση στη θεραπεία “πώς αισθάνεσαι” επιχειρεί να συνδέσει τη σκέψη με το συναίσθημα. Και να φέρει εις πέρας την εμπειρία της εμπερίεξης των συναισθηματικών μας αντιδράσεων. Να ζήσουμε στη θεραπευτική δυάδα την εμπειρία του να νιώθουμε αποδοχή για αυτό που είμαστε, χωρίς κρύψιμο και ντροπή. Να διαπιστώσουμε πως τα άσχημα συναισθήματα χωρούν στη σχέση, πως δεν είναι καταστροφικά. Να καταλάβουμε πως το συναίσθημα διαχωρίζεται από τις πράξεις. Πως μπορεί να εκφραστεί χωρίς να απειληθεί η σχέση και πως κανένα συναίσθημα δεν είναι ανεπιθύμητο.


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Βιογραφικό Σημείωμα

Είμαι απόφοιτος του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Σπουδών και κάτοχος Άδειας Άσκησης Επαγγέλματος Ψυχολόγου (αριθμ. Πρωτ. 4883/18-09-2009). Είμαι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στην Κλινική Ψυχολογία του Leiden University στην Ολλανδία. Η ειδίκευσή μου στην ψυχοθεραπεία έγινε στο Ινστιτούτο Γνωσιακής Αναλυτικής Θεραπείας, με βάση το Γνωσιακό Αναλυτικό Μοντέλο και τον Διαλεκτικό Εαυτό.  Παρακολούθησα το μετεκπαιδευτικό σεμινάριο με θέμα «Κλινική Ψυχοπαθολογία» του Ε.Π.Ι.Ψ.Υ και της Α΄ Ψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών – Αιγινητείου Νοσοκομείου. Καθώς και το ε τήσιο μετεκπαιδευτικό σεμινάριο "Έγκαιρη Παρέμβαση στην Ψύχωση" του ίδιου φορέα. Συνεχίζω να παρακολουθώ τις επιστημονικές εξελίξεις στην ψυχολογία σε συνέδρια, ημερίδες και σεμινάρια. Εργάστηκα για 8 χρόνια στην Εταιρία Προαγωγής Ψυχοκοινωνικής Υγείας Παιδιών και Ενηλίκων «Ίρις» (Ψυχαργώς Β’ Φάση) και στην ΜΚΟ "Κλίμακα" . Κύρια απασχόλησή μου ήταν η εκμάθηση κοινωνικών

Ζώντας στα όρια: Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας

Άτομα με οριακή διαταραχή προσωπικότητας περιγράφουν τον ψυχισμό τους σαν μια διαρκή ταλάντευση από το απόλυτο κενό στην έκρηξη συναισθημάτων και σκέψεων. Ζουν στα όρια, ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη ψύχωση. Όλα βιώνονται στον υπέρτατο βαθμό, δεν υπάρχουν ήπιες καταστάσεις και διαρκώς εναλλάσσονται. Η αστάθεια διατρέχει όλες τις πτυχές της ζωής τους: τη συμπεριφορά τους, την εικόνα του εαυτού τους, τις διαπροσωπικές τους σχέσεις, τα συναισθήματά τους. Γι’ αυτό και δεν έχουν μια συγκροτημένη αίσθηση εαυτού, μετατοπίζονται διαρκώς, νιώθοντας πως δεν έχουν ταυτότητα και καθορίζονται από τις διαθέσεις του άλλου. Ο ετεροκαθορισμός τους αποτελεί γι’ αυτούς τεράστιο βάρος. Έχουν ανάγκη να γαντζωθούν από τον άλλο για να νιώσουν ότι υπάρχουν, καταλήγοντας να τον εξιδανικεύουν ώστε να συνεχίσουν να βρίσκουν λόγο να είναι εξαρτητικοί μαζί του. Ο φόβος της εγκατάλειψης είναι αυτός που πυροδοτεί ένα φαύλο κύκλο εξιδανίκευσης- υποτίμησης. Η οποιαδήποτε αντίδραση με αρνητικό πρό